Η διαρκής σύνδεση και παρουσία μας στο διαδίκτυο έχει ως συνέπεια, ακούσια ή εκούσια, τον ολοένα και πιο έντονο περιορισμό του ελεύθερου χρόνου μας. Εάν συνυπολογίσουμε και το γεγονός της παρακολούθησης και καταγραφής των επιθυμιών μας, η οποία φτάνει ακόμα και στην προσπάθεια χειραγώγησης της ψήφου μας (θυμηθείτε απλώς την περίπτωση Cambridge Analytica), τότε οδηγούμαστε, με μαθηματική ακρίβεια, στον κίνδυνο να βρεθούμε (και σύντομα μάλιστα) αντιμέτωποι με μια ψηφιακή δικτατορία που θα φέρει απλώς το πέπλο της δημοκρατίας.
Τα παραπάνω αποτελούν, ατυχώς, μόνο τη μία πιθανή πλευρά ενός δυστοπικού αύριο. Η πραγματικότητα είναι πως, ενώ ήδη η ελευθερία μας καταπατάται ουκ ολίγες φορές καθημερινά, εμείς δεν δείχνουμε να ενδιαφερόμαστε (ή πολύ περισσότερο να ανησυχούμε) ιδιαίτερα γι’ αυτό. Ενα πρακτικό παράδειγμα; Από τη στιγμή που αποκτούμε την οποιαδήποτε «έξυπνη» συσκευή και την ενεργοποιούμε για πρώτη φορά, μας ζητείται να αποδεχθούμε ένα… κατεβατό από παραχωρήσεις προσωπικών δεδομένων μας (επαφές, φωτογραφίες, χωροθεσία κ.λπ.) από πληθώρα εφαρμογών. Πόσοι από εμάς έχουμε κάτσει, όμως, να διαβάσουμε με προσοχή τα ψιλά γράμματα που συνήθως συνοδεύουν τις εξηγήσεις(;) που μας δίνονται για τις παραχωρήσεις μας αυτές;
Γιατί νοιαζόμαστε τόσο λίγο;
Η αβλεψία μας δεν εξαντλείται στα παραπάνω: έρευνες στη χώρα μας πιστοποιούν απολύτως ότι δεν θεωρούμε, ως χρήστες/καταναλωτές, πως διατρέχουμε κάποιο κίνδυνο όταν μοιραζόμαστε με τρίτους τις προσωπικές μας πληροφορίες!
Στην πρώτη πανελλαδική έρευνα που πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά την εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία των Δεδομένων (General Data Protection Regulation – GDPR), από τις εταιρίες ClientIQ και Focus Bari, κατά την περίοδο 18 Μαΐου-21 Ιουνίου 2018, αποκαλύφθηκε ότι «πάνω από 8 στους 10 Ελληνες είναι πολύ δεκτικοί στο να δώσουν προσωπικά δεδομένα όπως: ημερομηνία γέννησης, οικογενειακή και επαγγελματική κατάσταση, πληροφορίες συναλλαγών με εταιρείες, ενδιαφέροντα και εθνικότητα».
Λιγότερο από έναν χρόνο μετά, η εταιρεία Privacy Advocate, σε συνεργασία με την Data RC, προχώρησε στη διεξαγωγή άλλης έρευνας προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν συμμορφωθεί με το νέο πλαίσιο του GDPR. Η έρευνα διεξήχθη μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου και της 20ής Μαΐου 2019, συγκεντρώνοντας απαντήσεις από 76 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ενεργά στον ιδιωτικό τομέα και επεξεργάζονται συστηματικά προσωπικά δεδομένα. Κατέληξε πως «δεν είναι λίγες εκείνες οι επιχειρήσεις που δεν διαγράφουν ποτέ προσωπικά δεδομένα που έχουν συλλέξει ή ακόμα δεν έχουν θέσει σε ισχύ κατάλληλες Πολιτικές Ασφαλούς Διατήρησης αυτών των δεδομένων».
Τα πράγματα δεν είναι πια (αποκλειστικά) «άσπρα» ή «μαύρα»!
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπογραμμιστεί το εξής: οι παραπάνω γραμμές δεν θέλουν να (αφ)ορίσουν τους ψηφιακούς καιρούς που ζούμε ως οριστικά και αμετάκλητα ζοφερούς και καταστροφικούς. Θα συνιστούσε, λ.χ., εθελοτυφλία η άρνηση της παραδοχής πως, κατά τα τελευταία χρόνια, τα social media έχουν συνεισφέρει με τον τρόπο τους στην εφαρμογή της λεγόμενης άμεσης δημοκρατίας σε πολλές περιπτώσεις, τόσο στο εγχώριο όσο και στο διεθνές επίπεδο – για να μείνουμε στα πρόσφατα δικά μας, ας θυμηθούμε μόνο τα διαβόητα… «Σκοιλ Ελικικού».
Χρειάζεται όμως προσοχή! Ο κάθε χρήστης είναι ελεύθερος να ανεβάσει δωρεάν online ένα βίντεο ή/και μια άποψη, η οποία θα σχολιαστεί και θα κριθεί αναλόγως: έστω και μέσω ενός (dis)like ή ενός emoticon. Μάλιστα, οι αλγόριθμοι πίσω από τη λειτουργία των social media διαδίδουν αυτόματα σε ακόμα περισσότερους χρήστες μια ανάρτηση, εφόσον οι αντιδράσεις (θετικές ή αρνητικές) που θα δεχθεί αυτή είναι αυξημένες.
Συνήθως, οι αναρτήσεις μας είναι αυθόρμητες: αφορούν προσωπικά βιώματα που δεν έχουν καθοριστικό αντίκτυπο στη ζωή των άλλων χρηστών (εξαιρουμένων φυσικά όλων των μορφών διαδικτυακού εκφοβισμού – bullying). Τι κάνουμε, όμως, όταν μια ανάρτηση (ή πολύ περισσότερο: ένα συστηματικό μπαράζ αναρτήσεων!) δεν γίνεται «τυχαία», αλλά αποτελεί μέρος μιας προγραμματισμένης, προσεκτικά σχεδιασμένης και συχνά χρηματοδοτούμενης εκστρατείας, που αποσκοπεί αποκλειστικά στο να εξυπηρετήσει συγκεκριμένα (πολιτικά, οικονομικά, θρησκευτικά κ.ο.κ.) συμφέροντα; Μπορούμε να καταλάβουμε τη διαφορά;
Αυξημένα αντανακλαστικά: μια σημερινή αναγκαιότητα
Τα social media ωθούν γενικά τους χρήστες τους να αναπτύσσουν μια πιο άμεση επαφή με τους «ακολούθους» τους. Ανοίγουν διαύλους επικοινωνίας, στους οποίους η ειλικρίνεια και η υπευθυνότητα (οφείλουν να) έρχονται στην πρώτη γραμμή ως ζητούμενα. Μια οποιαδήποτε άποψη, πριν αναρτηθεί, πρέπει να φιλτραριστεί πολλαπλά και πολύπλευρα στο μυαλό του δημιουργού της. Ενα λάθος αρκεί (καλώς ή κακώς) για να σε καταδικάσει μεταφορικά ή/και κυριολεκτικά – ειδικά εάν είσαι πρόσωπο της δημόσιας σφαίρας. Επιπρόσθετα, δηλώσεις τύπου off the record όλο και συχνότερα αποφεύγονται υπό τον φόβο καταγραφής τους από κάποιο «τυχαίο» smartphone.
Τα έξυπνα κινητά έχουν καταστήσει σήμερα τα media (social και μη) πανταχού παρόντα ουσιαστικά. Οι κάμερες πλέον χωράνε (κρύβονται) στις παλάμες μας και το κυνήγι της δημοσιότητας καλά κρατεί, έστω και σε διαρκή διαπάλη με τα ερωτηματικά και τις κόκκινες γραμμές περί των προσωπικών δεδομένων – ας μην κρυβόμαστε: τα πάντα πλέον (μπορούν να) καταγράφονται με ήχο ή/και με εικόνα!
Διακεκριμένα στελέχη εταιρειών κυβερνοασφάλειας, όπως ο James Smith της Bridewell Consulting και ο Snorre Fagerland της NortonLifeLock, δήλωσαν πρόσφατα (17/4/20) στην εφημερίδα Independent πως «κανένα λειτουργικό σύστημα δεν είναι ασφαλές» και πως «ένα κακόβουλο λογισμικό μπορεί να πάρει τον έλεγχο της οθόνης, της webcam ή του μικροφώνου (σ.σ.: ενός υπολογιστή)». Ας σκεφτούμε, τώρα, πως κατά την περίοδο της καραντίνας που επέβαλε η δράση του κορονοϊού, το Zoom, το δημοφιλέστερο πρόγραμμα τηλεδιάσκεψης, κατέγραψε ημερησίως 300 εκατομμύρια χρήστες να βρίσκονται online στην πλατφόρμα του! Ο αριθμός αυτός υπερδιπλασιάζεται αν συνυπολογιστούν και οι χρήστες από άλλα αντίστοιχα προγράμματα τηλεδιάσκεψης εταιρειών-κολοσσών, όπως το Cisco Webex και το Microsoft Teams.
Εάν λάβουμε (ως οφείλουμε να κάνουμε) σοβαρά υπόψη προειδοποιήσεις όπως αυτές των Smith και Fagerland, το συμπέρασμα είναι προφανές: τα προσωπικά δεδομένα εκατοντάδων εκατομμυρίων πολιτών, παγκόσμια, εκτίθενται αδιάλειπτα σε δυνητικό κίνδυνο υποκλοπής!
Γιατί, λοιπόν, ενεργοποιούμε ακόμα μόνο αποσπασματικά και μόνο κατά περίπτωση τα ναρκωμένα κατά τα λοιπά αντανακλαστικά μας; Γιατί, λ.χ., ενώ αντιδρούμε (και δικαίως κατά τη γνώμη μου) στη μη χρήση καμερών στα σχολεία, ταυτόχρονα μένουμε απαθείς στην κατάφωρη παραβίαση της προσωπικής μας ζωής σε πληθώρα άλλων περιπτώσεων; Τροφή για σκέψη…